Η δεύτερη γνώμη για την θεραπεία του καρκίνου
Όπως έχει ήδη αναφερθεί, πριν ο ιατρός συστήσει την κατάλληλη θεραπευτική αγωγή έχει ενημερωθεί από την πρόσφατη βιβλιογραφία, έχει συζητήσει με συναδέλφους του και τους κατάλληλους ειδικούς (όπως παθολογανατόμους ή ακτινολόγους, στα πλαίσια ίσως και του ογκολογικού συμβουλίου) και σίγουρα αντλεί στοιχεία και από την προσωπική του πείρα.
Μολαταύτα, ίσως ο ασθενής νιώθει ανασφαλής με τις θεραπευτικές δυνατότητες που του παρέχονται και αναζητήσει και κάποιον άλλον ειδικό ιατρό για να του παρουσιάσει τα δεδομένα και να ζητήσει τη γνώμη του. Δεν είναι σπάνιο μάλιστα ο δεύτερος αυτός ειδικός, να συσταθεί από τον ίδιο τον θεράποντα ιατρό, αν κάτι τέτοιο του ζητηθεί.
Το αίτημα του ασθενούς είναι απόλυτα εύλογο, αποδεκτό και συνηθισμένο και δεν παύει να είναι αναφαίρετο του δικαίωμα. Δεν πρέπει να έχει κανέναν ενδοιασμό να ρωτήσει το ιατρό του αν υπάρχει κάποιος ειδικός με τον οποίο θα μπορούσε να επανεξετάσει όλα τα δεδομένα της περίπτωσης του. Η δεύτερη γνώμη δεν είναι κάτι το ασυνήθιστο.
Επειδή υπάρχει πάντοτε η ανάγκη να συνεχιστεί η επαφή με τον αρχικό ιατρό του ασθενή ή τον ειδικό, θα ήταν καλό για τις σχέσεις του να εκφράσει στο ιατρό την ικανοποίησή του για τις αποφάσεις και την φροντίδα του, εξηγώντας του ότι θα ήθελε να έχει και μια δεύτερη γνώμη, ώστε να βεβαιωθεί πως η απόφασή του να αποδεχθεί τη συγκεκριμένη θεραπευτική αγωγή είναι η πιο ενδεδειγμένη.
Όπως είπαμε ο ίδιος ο θεράπων ιατρός μπορεί να είναι η πηγή αυτής της πληροφορίας εφόσον του ζητηθεί. Εντούτοις αυτό δεν αποτελεί υποχρεωτική επιλογή για τον ασθενή και το περιβάλλον του που μπορεί να έχει υπόψη του και κάποιον άλλο ειδικό ιατρό.
Ο θεράπων ιατρός θα οφείλει να ετοιμάσει πρόθυμα το φάκελο του ασθενούς, που θα περιλαμβάνει διαφάνειες, ακτινογραφίες και άλλες εξετάσεις και να τον παραχωρήσει στη διάθεση οποιουδήποτε ιατρού θα κληθεί να δώσει μια δεύτερη γνώμη. Η διαδικασία αυτή πρέπει να ολοκληρωθεί σε σχετικά σύντομο χρονικό διάστημα για να μην καθυστερήσει η έναρξη της θεραπευτικής αγωγής.
Δεν είναι φρόνιμο να κρατηθεί «μυστική» η δεύτερη γνώμη, διότι κάτι τέτοιο δεν εξυπηρετεί τα συμφέροντα του ασθενούς. Η δεύτερη γνώμη προέρχεται από ιατρό και απευθύνεται σε ιατρό. Ζητείται για να επανεκτιμηθεί και ενδεχομένως να βελτιωθεί η περίθαλψη του ασθενούς.
Όσοι καλούνται να δώσουν τη γνώμη τους δεν μπορούν να αξιολογήσουν την περίπτωσή του ασθενούς αν δεν έχουν στη διάθεσή τους τις ίδιες πληροφορίες που έχει ο θεράπων ιατρός, δηλαδή τις διαφάνειες, τις ακτινογραφίες, τα εργαστηριακά δεδομένα και ό,τι άλλο υπάρχει.
Τέλος, ο ασθενής δεν πρέπει να σκεφτεί ότι ο ιατρός του θα προσβληθεί. Η αναζήτηση μίας δεύτερης γνώμης από ιατρό είναι κάτι το συνηθισμένο και εύλογο από τη μεριά του ασθενούς και όπως είπαμε, δεν παύει να είναι αναφαίρετο του δικαίωμα, κάτι το οποίο γνωρίζει και σέβεται ο θεράπων ιατρός του.