Καρκίνος Μαστού
Γενικά στοιχεία
Στην Ελλάδα, όπως και στις περισσότερες χώρες του Δυτικού Κόσμου ο καρκίνος του Μαστού (ΚΜ) είναι η συχνότερη μορφή καρκίνου που προσβάλλει τις γυναίκες και αναλογεί σε περισσότερους από το ¼ όλων των καρκίνων.
Η επίπτωση ποικίλλει ανάμεσα στις Ευρωπαϊκές χώρες. Είναι μεγαλύτερη στη Σουηδία με ένα ρυθμό 113 περιπτώσεις σε 100.000 γυναίκες (1995) και μικρότερη στην Ελλάδα με λιγότερο από 50 περιπτώσεις σε 100.000 γυναίκες (1991).
Η συχνότητα εμφάνισης αυξάνει με την ηλικία. Είναι σπάνιος κάτω των 25 ετών, ενώ εμφανίζει συνεχή αύξηση μετά τα 30 χρόνια. Τα τρία τέταρτα των καρκίνων του μαστού εμφανίζονται μετά την ηλικία των 50 ετών.
Η νόσος αποτελεί τη συχνότερη αιτία θανάτου σε γυναίκες 35-54 ετών, την πρώτη αιτία θανάτου από όλους τους καρκίνους της γυναίκας και τη δεύτερη (μετά από τις καρδιοαγγειακές παθήσεις) αιτία θανάτου σε μεγαλύτερες ηλικίες.
Ο ρυθμός θνησιμότητας έχει αυξηθεί κατά τη διάρκεια των τελευταίων δεκαετιών στην πλειοψηφία των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ενώ στις Σκανδιναβικές χώρες και την Αγγλία είναι σταθερός ή έχει ελαττωθεί ελαφρώς κατά τη διάρκεια της ίδιας χρονικής περιόδου.
Κάθε χρόνο πολλές γυναίκες πεθαίνουν στην Ελλάδα από την ασθένεια, με ρυθμό συνεχούς αύξησης (το 1990 και 1995 είχαμε αντίστοιχα 1272 και 1534 θανάτους) ενώ εμφανίζονται περισσότερες από 3500 νέες περιπτώσεις. Η θνησιμότητα αυτή είναι μικρή σε σχέση με τις υπόλοιπες χώρες της Ευρώπης ή της Β. Αμερικής, αλλά υψηλότερη από τις χώρες της Ασίας ή της Λατινικής Αμερικής.
Ο ΚΜ είναι ο πιο κοινός καρκίνος και στις γυναίκες των Ηνωμένων Πολιτειών και αφορά το 30% των καρκίνων που διαγνώστηκαν το 1999. Το 1999 διαγνώστηκαν 176.300 περιπτώσεις με διηθητικό καρκίνο του μαστού και υπήρξαν 43.700 θάνατοι. Επιπλέον διαγνώστηκαν 35.000 περιπτώσεις με καρκίνο in situ.
Η αναλογία των in situ καρκίνων έχει αυξηθεί από 3,6% το 1983 σε 18% όλων των περιπτώσεων το 1999. αυτή η αύξηση του πρώιμου σταδίου της νόσου είναι αξιοσημείωτη και οφείλεται στην αυξημένη χρήση της μαστογραφίας που είναι η μόνη σήμερα εξέταση που μπορεί να ανιχνεύσει ανωμαλίες στο μαστό σε επίπεδο μικροδιηθητικού ή μη διηθητικού καρκίνου, με συνέπεια την ελάττωση της θνησιμότητας και της νοσηρότητας.
Ο Καρκίνος του Μαστού, που αντιμετωπίζεται θεραπευτικά με την εγχείρηση, την ακτινοθεραπεία, τη χημειοθεραπεία και την ορμονοθεραπεία, είναι συχνά ιάσιμος όταν ανιχνευθεί σε πρώιμο στάδιο. Τόσο η πρόγνωση όσο και η επιλογή της θεραπείας εξαρτώνται από το στάδιο της νόσου, από την ηλικία της ασθενούς, από την ιστοπαθολογική εικόνα του πρωτοπαθούς όγκου, από τα επίπεδα των οιστρογονικών και προγεστερονικών υποδοχέων, την εμμηνορρυσιακή και τη γενική κατάσταση. Εφ’ όσον το κριτήριο της εμμηνορρυσιακής κατάστασης ποικίλλει ευρέως, γυναίκες άνω των 50 ετών θεωρούνται εξ’ ορισμού ως εμμηνοπαυσιακές.
Ασθενής με υποψία ΚΜ υποβάλλεται σε έλεγχο για την επιβεβαίωση της διάγνωσης, τη σταδιοποίηση της νόσου και την επιλογή της θεραπείας. Η διάγνωση μπορεί να επιβεβαιωθεί με κυτταρολογική εξέταση υλικού από τον όγκο μετά από παρακέντηση με λεπτή βελόνη με στερεοτακτική τεχνική σε μη ψηλαφητές αλλοιώσεις ή με βιοψία. Τμήμα του χειρουργικά εξαιρεθέντος όγκου αποστέλλεται για τον προσδιορισμό τω ορμονικών υποδοχέων.
Παρ’ όλο ότι το μέγεθος του όγκου και οι λεμφαδενικές μεταστάσεις παραμένουν οι σπουδαιότεροι προγνωστικοί παράγοντες, υπάρχουν κι άλλα ιστολογικά και βιολογικά χαρακτηριστικά που μπορεί να έχουν προγνωστική αξία. Αναφέρονται ο βαθμός κακοήθειας, η νέκρωση του όγκου, η διήθηση των αγγείων, τα επίπεδα των υποδοχέων, η Cath-D, η έκφραση των ογκογονιδίων Cerb-2, c-myc, p53, η διήθηση των λεμφικών αγγείων του όγκου, τα οποία μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως προγνωστικοί παράγοντες σε καρκίνους με αρνητικούς λεμφαδένες.
Ιστοπαθολογικά ο ΚΜ είναι συχνά μια πολυεστιακή νόσος. Εντούτοις, κλινική διάγνωση δύο ή περισσοτέρων πρωτοπαθών εστιών σε ένα μαστό δεν είναι συχνή. Παρομοίως, ταυτόχρονος αμφοτερόπλευρος καρκίνος είναι ασυνήθης, ενώ εμφανίζεται συχνότερα σε ασθενείς με διηθητικό λοβιακό καρκίνο. Ασθενείς με ΚΜ πρέπει να κάνουν μαστογραφία αμφοτέρων των μαστών για τον αποκλεισμό ενδεχομένως συγχρόνου νόσου στον άλλο μαστό. Επίσης πρέπει να υποβάλλονται σε τακτικά διαστήματα σε κλινική εξέταση και μαστογραφία για την ανεύρεση είτε υποτροπής μετά την ογκεκτομή και ακτινοθεραπεία, είτε δεύτερο, πρωτοπαθή καρκίνο στον ετερόπλευρο μαστό. Ο κίνδυνος εμφάνισης πρωτοπαθούς καρκίνου στον άλλο μαστό ανέρχεται σε 1% το χρόνο.
Ο περιοδικός μετεγχειρητικός έλεγχος που περιλαμβάνει σπινθηρογράφημα οστών, υπερηχογράφημα ήπατος, ακτινογραφία θώρακος, αιματολογικό έλεγχο της ηπατικής λειτουργίας δε βελτιώνει ούτε την επιβίωση ούτε την ποιότητα ζωής της γυναίκας, συγκρινόμενος με την ιατρική παρακολούθηση. Ακόμη και όταν οι εργαστηριακές εξετάσεις επιτρέπουν την πρώιμη διάγνωση των μεταστάσεων η επιβίωση δεν αλλάζει.
Παρά τις προόδους στην Ακτινοθεραπεία, τη χημειοθεραπεία και την ορμονοθεραπεία η θνησιμότητα τα τελευταία 40 χρόνια έχει πολύ λίγο επηρεασθεί. Ο βασικός λόγος αυτής της «αποτυχίας» θεωρείται η καθυστερημένη διάγνωση του όγκου σε στάδια που η θεραπεία δεν μπορεί να δώσει πλέον πλήρη ίαση στην ασθενή.
Οι σύγχρονες στρατηγικές ελέγχου της νόσου περιλαμβάνουν την:
- Πρόληψη (πρωτογενής πρόληψη)
- Πρώιμη διάγνωση (δευτερογενής πρόληψη)
- Θεραπεία
Όγκοι του μαστού
Οι όγκοι που αφορούν το μαστό δεν είναι μόνο κακοήθεις είναι και καλοήθεις που αποτελούν και το μεγαλύτερο ποσοστό, περίπου 70% όλων των όγκων. Ο ΚΜ κυριαρχεί σαν θέμα στην παγκόσμια βιβλιογραφία λόγω της σοβαρότητας της ασθένειας. Οι καλοήθεις παθήσεις απασχολούν στην καθημερινή πράξη τον ιατρό σε ποσοστό 90%.
Οι συχνότεροι καλοήθεις όγκοι του μαστού είναι:
- Ενδοπορικό θήλωμα: Είναι όγκος των μεγάλων γαλακτοφόρων πόρων και ευρίσκονται συνήθως κατώθεν της θηλαίας άλω. Πρωτεύον σύμπτωμα είναι η αιμορραγία από τη θηλή.
- Πολλαπλά θηλώματα: Εντοπίζονται στους περιφερειακούς γαλακτοφόρους πόρους. Η ύπαρξη τους διαπιστώνεται μόνο ιστοπαθολογικά. Υπάρχει δυνατότητα εξαλλαγής σε διηθητικό καρκίνο κατά 5%.
- Ινοαδένωμα: Είναι οι πιο συχνοί όγκοι του μαστού στις προεμμηνοπαυσιακές γυναίκες και μετά την ινοκυστική νόσο και τον καρκίνου η τρίτη σε συχνότητα πάθηση αυτού. Συνήθως εμφανίζεται σε νεαρή ηλικία κι είναι μονήρη αλλά και πολλαπλά (10-17%) ή αμφοτερόπλευρα (3-5%).
- Φυλλοειδείς όγκοι: Είναι σπάνιοι όγκοι που επιτελούν το λιγότερο από το 1% των νεοπλασμάτων του μαστού. Περισσότεροι από 50% των φυλλοειδών όγκων είναι καλοήθεις, ένα 30% κακοήθεις και τα υπόλοιπα στο μεταίχμιο καλοήθειας και κακοήθειας. Η θεραπευτική αντιμετώπιση τους με ευρεία αφαίρεση ή απλή μαστεκτομή είναι ασφαλής. Η μετάσταση στους λεμφαδένες είναι σπάνια και δεν υπάρχει ανάγκη λεμφαδενικού καθαρισμού. Οι κακοήθεις φυλλοειδείς όγκοι αναπτύσσουν μεταστάσεις σε ποσοστό 20%. Ο ρόλος της ορμονοθεραπείας, χημειοθεραπείας, ακτινοθεραπείας τόσο ως επικουρικής ή θεραπευτικής μένει ανεξακρίβωτος.
- Ινοκυστική νόσος: Στην πραγματικότητα δεν αποτελεί νόσο αλλά μια κατάσταση του μαστού ορμονικής αιτιολογίας προ και μετά εμμηνόπαυσης και απαντάται στο 90% των γυναικών. Η ταξινόμηση έχει ως ακολούθως:
- Απλή ινοκυστική μαστοπάθεια χωρίς επιθηλιακές αλλοιώσεις. Αποτελεί το 70% των περιπτώσεων και δεν εμφανίζει κίνδυνο κακοήθους εξαλλαγής.
- Ινοκυστική μαστοπάθεια με επιθηλιακές αλλοιώσεις αλλά χωρίς ατυπία. Περιλαμβάνει την αδένωση και επιθηλίωση. Αποτελεί το 25% των περιπτώσεων.
- Ινοκυστική μαστοπάθεια με επιθηλιακές αλλοιώσεις και άτυπη υπερπλασία. Αυξάνει τον σχετικό κίνδυνο ανάπτυξης ΚΜ.
Κλινική συμπτωματολογία
Τα συμπτώματα του μαστού για τα οποία προσέρχονται γυναίκες σε εξειδικευμένο τμήμα παθήσεων του μαστού μπορούν να συνοψιστούν:
- ΟΓΚΟΣ: 65%
- ΠΟΝΟΣ: 15%
- ΕΥΑΙΣΘΗΤΗ ΠΕΡΙΟΧΗ: 7,6%
- ΡΥΣΗ ΘΗΛΗΣ: 5,2%
- ΕΙΣΟΛΚΗ ΘΗΛΗΣ: 2,5%
- ΕΚΖΕΜΑ ΘΗΛΗΣ: 0,2%
- ΑΛΛΑ: 4,4%
Τα πρώιμα κλινικά συμπτώματα του ΚΜ είναι:
- ΟΓΚΟΣ: 77%
- ΡΗΣΗ ΘΗΛΗΣ: 9%
- ΤΟΠΙΚΗ ΕΞΟΙΔΗΣΗ: 4%
- ΕΙΣΟΛΚΗ ΘΗΛΗΣ: 3%
- ΕΞΕΛΚΩΣΗ ΘΗΛΗΣ: 2%
- ΑΛΛΑ: 5%
Ιστοπαθολογική ταξινόμηση
Πορογενές καρκίνωμα
Μη διηθητικό - Διηθητικό
- Μη ειδικός τύπος
- Θηλώδες
- Βλεννώδες
- Σωληνώδες
- Αδενοειδές κυστικό
- Αποκρινικό
- Νεανικό ή εκκριτικό (juvenile).
Το Πορογενές διηθητικό καρκίνωμα είναι ο πλέον συχνότερος κυτταρικός τύπος, περιλαμβάνοντας 70-80% όλων των περιπτώσεων.
Λοβιακό
Μη διηθητικό - Διηθητικό
Το Λοβιακό καρκίνωμα είναι συχνά πολυεστιακό και αμφοτερόπλευρο, παρατηρείται συχνότερα σε εμμηνοπαυσιακές γυναίκες και έχει αυξημένα επίπεδα ορμονικών υποδοχέων.
Νόσος του Paget
Θεραπεία
Χειρουργική
Η χειρουργική αντιμετώπιση αποτελεί την πρώτη επιλογή για όγκους των σταδίων I και II. Στο παρελθόν η ριζική μαστεκτομή Halsted αποτελούσε την μοναδική μέθοδο χειρουργικής για 100 περίπου χρόνια. Μελέτες όμως στη δεκαετία του 1960-70 απέδειξαν ότι και επεμβάσεις που στοχεύουν στη διατήρηση του μαστού έχουν εξίσου καλά αποτελέσματα και προσφέρουν καλά αισθητικά αποτελέσματα.
Μαστεκτομή
Η ριζική μαστεκτομή κατά Halsted συνίσταται σε αφαίρεση του μαστού με τους μείζονα και ελάσσονα θωρακικούς μύες και τη μασχαλιαία κοιλότητα. Δεν εφαρμόζεται σήμερα.
Τροποποιημένη ριζική μαστεκτομή. Αποτελεί τη χειρουργική επέμβαση εκλογής όπου δεν μπορεί να εφαρμοσθεί συντηρητική επέμβαση. Συνίσταται στην αφαίρεση του μαζικού αδένα με διατήρηση των θωρακικών μυών (Maden) ή την εκτομή του ελάσσονα (Patey).
Απλή μαστεκτομή. Αφαιρείται μόνο ο μαζικός αδένας.
Συντηρητικές επεμβάσεις
Αποσκοπούν στη διατήρηση του μαστού και αποτελούν μέθοδο εκλογής για την αντιμετώπιση του ΚΜ του σταδίου Ι και ΙΙ. Ανάλογα με την έκταση της εκτομής όγκου, έχουμε την:
- Ογκεκτομή όπου αφαιρείται ο όγκος
- Τμηματεκτομή όπου αφαιρείται ο όγκος με υγιή πέριξ αυτού όρια τουλάχιστον 1 εκ.
- Τεταρτεκτομή όπου αφαιρείται ο όγκος με υγιή όρια 2 εκ.
- Εκτομή μασχαλιαίων λεμφαδένων.
Είναι γενικά αποδεκτό ότι η κλινική εκτίμηση της κατάστασης των μασχαλιαίων λεμφαδένων ενέχει υψηλό ποσοστό λάθους. Για το λόγο αυτό η ιστολογική εξέταση των λεμφαδένων αποτελεί τον σπουδαιότερο διαγνωστικό και ταυτόχρονα προγνωστικό παράγοντα. Σε κάθε περίπτωση εγχείρησης για ΚΜ θα πρέπει να γίνεται και εκτομή λεμφαδένων της μασχάλης που ανάλογα με την έκταση της έχουμε:
- Ριζικό λεμφαδενικό καθαρισμό. Αφαίρεση επιπέδων Ι, ΙΙ και ΙΙΙ
- Αφαίρεση λεμφαδένων επιπέδου Ι και ΙΙ
- Αφαίρεση λεμφαδένων επιπέδου Ι
- Δειγματοληψία λεμφαδένων
- Αφαίρεση λεμφαδένα φρουρού
Συμπληρωματική θεραπεία
Όλες οι γυναίκες με ΚΜ σταδίου Ι και ΙΙ με θετικούς λεμφαδένες πρέπει να λαμβάνουν συμπληρωματική θεραπεία. Από τις μελέτες που έχουν γίνει προκύπτει ότι η συμπληρωματική θεραπεία μειώνει τις υποτροπές και βελτιώνει την επιβίωση των ;ασθενών. οι κύριες θεραπευτικές μέθοδοι είναι:
- Ορμονοθεραπεία
- Ακτινοθεραπεία
- Χημειοθεραπεία
- Συνδυασμός των ανωτέρων.