Συμπτώματα & Διάγνωση του Μελανώματος
Συνήθη συμπτώματα και σημεία
Για να υπάρξει ίαση, απαιτείται έγκαιρη διάγνωση και κατάλληλη χειρουργική επέμβαση. Οι οικογενειακοί γιατροί, οι παθολόγοι αλλά και οι ίδιοι οι ασθενείς πρέπει να αναγνωρίζουν τα πρώιμα προειδοποιητικά σημεία που συνήθως ακολουθούν την εξής σειρά: μαύρισμα κάποιου προϋπάρχοντος σπίλου, αύξηση του μεγέθους του, εμφάνιση ανομοιογενούς μελάγχρωσης (από σκούρο καφέ έως μαύρο) και μίγματος αποχρώσεων, δημιουργία ανώμαλων ορίων και προπέτεια (ανύψωση) της βλάβης. Η αιμορραγία αναφέρεται ως ένα από τα σημεία προχωρημένης νόσου.
Μπορεί επίσης να υπάρξουν περαιτέρω αλλαγές στο χρώμα του σπίλου, όπως αποχρωματισμός κάποιου τμήματός του, ή εμφάνιση κάποιας ερυθρωπής, βαθυκύανης ή γκριζωπής απόχρωσης. Η αιμορραγία συνήθως παρατηρείται έπειτα από μικρή κάκωση και μερικές φορές αφού εμφανιστούν οι παραπάνω αλλαγές. Συχνά συνυπάρχουν στοιχεία φλεγμονής: κνησμός, πόνος καθώς και εξέλκωση, ουλοποίηση ή εφελκιδοποίηση της βλάβης. Μερικές φορές εμφανίζεται και νέα μελαχρωματική κηλίδα ή δορυφόρες βλάβες.
Αν έχετε απορία για οτιδήποτε στο δέρμα σας συμβουλευτείτε τον ιατρό σας. Μη χρησιμοποιήσετε τις εικόνες, προσπαθώντας να θέσετε διάγνωση από μόνοι σας. Οι εικόνες αυτές αποτελούν χρήσιμα παραδείγματα, αλλά σε καμία περίπτωση δεν υποκαθιστούν την κλινική εξέταση που γίνεται από ειδικό ιατρό. Το σύστημα "ABCD" αποτελεί έναν μνημονικό κανόνα για τον εντοπισμό ύποπτων βλαβών:
- Assymetry - Ασυμμετρία: Το ένα ημιμόριο της βλάβης δεν μοιάζει με το άλλο.
- Border irregularity - Ακανόνιστα όρια: Τα όρια της βλάβης σχηματίζουν οδοντώσεις ή από τη βλάβη εκτείνονται «ψευδοπόδια» προς το περιβάλλον υγιές δέρμα.
- Color variegation - Ποικιλοχρωμία: Η βλάβη παρουσιάζει ένα μίγμα χρωμάτων και αποχρώσεων.
- Diameter - Διάμετρος: Μετρούμε τη μεγαλύτερη διάμετρο της βλάβης >6mm.
Τα μελανώματα μπορεί να ποικίλλουν πολύ ως προς την εμφάνιση τους. Πολλά μπορεί να έχουν και τα τέσσερα χαρακτηριστικά του συστήματος ABCD, ενώ άλλα να έχουν μόνο ένα ή δύο από αυτά. Σε κάθε περίπτωση βλάβες που παρουσιάζουν σημεία ή συμπτώματα όπως αυτά που προαναφέρθηκαν θα πρέπει να εξετάζονται από κάποιον ειδικό ιατρό.
Πρέπει να τονιστεί ότι οι περισσότερες μελαχρωματικές κηλίδες δεν είναι μελανώματα. Παρόμοια μελάγχρωση μπορεί να εμφανίζουν χρόνιες φλεγμονώδεις καταστάσεις, καλοήθεις ινώδεις όγκοι (ινώματα) και τα βασικοκυτταρικά καρκινώματα (από τους συχνότερους χαμηλής κακοήθειας όγκους του δέρματος). Οι καλοήθεις όγκοι μπορεί επίσης να αιμορραγήσουν έπειτα από ερεθισμό από κάποιο εσώρουχο ή μετά το ξύρισμα. Είναι πάντως προτιμότερο να προσφύγει κανείς στο γιατρό σε κάθε ύποπτη αλλαγή.
Διάγνωση
Επισκόπηση
Καταγράφονται με ακρίβεια η θέση, το χρώμα, το μέγεθος και η μορφολογία των βλαβών. Η φωτογράφηση μπορεί να βοηθήσει σ' αυτή την καταγραφή. Επίσης, η μικροσκόπηση με φωτεινή πηγή πάνω απ' το δέρμα βοηθά στην εξακρίβωση του τρόπου κατανομής της μελανίνης μέσα στις βλάβες.
Αιματολογικές και άλλες εξετάσεις
Δεν υπάρχουν ειδικές αιματολογικές εξετάσεις για προσυμπτωματικό πληθυσμιακό έλεγχο ή για επιβεβαίωση της διάγνωσης του πρωτοπαθούς μελανώματος. Διάφορα αντιγόνα που σχετίζονται με τον όγκο ερευνώνται ως πιθανοί νεοπλασματικοί δείκτες στο αίμα, τα αποτελέσματα όμως είναι αβέβαια. Το καρκινοεμβρυϊκό αντιγόνο (CEA), που ανευρίσκεται σε αρκετούς καρκίνους, δε συναντάται στα μελανώματα.
Δεν υπάρχουν ειδικές αιματολογικές εξετάσεις για προσυμπτωματικό πληθυσμιακό έλεγχο ή για επιβεβαίωση της διάγνωσης του πρωτοπαθούς μελανώματος. Διάφορα αντιγόνα που σχετίζονται με τον όγκο ερευνώνται ως πιθανοί νεοπλασματικοί δείκτες στο αίμα, τα αποτελέσματα όμως είναι αβέβαια. Το καρκινοεμβρυϊκό αντιγόνο (CEA), που ανευρίσκεται σε αρκετούς καρκίνους, δε συναντάται στα μελανώματα.
Βιοψία
Για τη διάγνωση είναι απαραίτητη η βιοψία (χειρουργική αφαίρεση του όγκου και εξέταση των μορφολογικών χαρακτήρων των ιστών και κυττάρων του στο μικροσκόπιο με σκοπό την αναζήτηση και διάκριση καρκινικών κυττάρων) με ευρεία τοπική εκτομή (με υγιή χειρουργικά όρια) του όγκου. Η εξέταση του όγκου στο μικροσκόπιο αποκαλύπτει τα χαρακτηριστικά μελανοκύτταρα, που συνήθως είναι ευμεγέθη και περιέχουν κοκκία μελανίνης.
Στα αρχικά στάδια παρατηρείται μεγάλη αύξηση του αριθμού των μελανινοκυττάρων που παρουσιάζουν ατυπίες (μορφολογικές μεταβολές στους πυρήνες των κυττάρων) και εδράζονται κατά μήκος της βασικής στιβάδας. Ακολούθως, παρατηρείται ότι τα κακοήθη μελανοκύτταρα αθροίζονται, σχηματίζουν δοκίδες ή φωλιές, διαπερνούν τη βασική μεμβράνη και μεταναστεύουν στο χόριο όπου ανευρίσκονται μεμονωμένα, σε μικρές ομάδες ή σε μεγάλες συσσωρεύσεις. Για μη τυπικές περιπτώσεις διατίθενται σήμερα τεχνικές ανοσολογικών χρώσεων με ειδικά αντισώματα που προσλαμβάνουν τις χρωστικές και επιβεβαιώνουν τη διάγνωση. Συγχρόνως μπορεί να παρατηρείται και λεμφοκυτταρική διήθηση.
Για τη διάγνωση είναι απαραίτητη η βιοψία (χειρουργική αφαίρεση του όγκου και εξέταση των μορφολογικών χαρακτήρων των ιστών και κυττάρων του στο μικροσκόπιο με σκοπό την αναζήτηση και διάκριση καρκινικών κυττάρων) με ευρεία τοπική εκτομή (με υγιή χειρουργικά όρια) του όγκου. Η εξέταση του όγκου στο μικροσκόπιο αποκαλύπτει τα χαρακτηριστικά μελανοκύτταρα, που συνήθως είναι ευμεγέθη και περιέχουν κοκκία μελανίνης.
Στα αρχικά στάδια παρατηρείται μεγάλη αύξηση του αριθμού των μελανινοκυττάρων που παρουσιάζουν ατυπίες (μορφολογικές μεταβολές στους πυρήνες των κυττάρων) και εδράζονται κατά μήκος της βασικής στιβάδας. Ακολούθως, παρατηρείται ότι τα κακοήθη μελανοκύτταρα αθροίζονται, σχηματίζουν δοκίδες ή φωλιές, διαπερνούν τη βασική μεμβράνη και μεταναστεύουν στο χόριο όπου ανευρίσκονται μεμονωμένα, σε μικρές ομάδες ή σε μεγάλες συσσωρεύσεις. Για μη τυπικές περιπτώσεις διατίθενται σήμερα τεχνικές ανοσολογικών χρώσεων με ειδικά αντισώματα που προσλαμβάνουν τις χρωστικές και επιβεβαιώνουν τη διάγνωση. Συγχρόνως μπορεί να παρατηρείται και λεμφοκυτταρική διήθηση.
Οι βιοψίες με αφαίρεση λεπτών τεμαχιδίων δε συνιστώνται. Δεν επιτρέπουν να ελεγχθεί το βάθος της διήθησης στο δέρμα, πράγμα που πρέπει να το γνωρίζει ο γιατρός για να προβλέψει αν θα επέλθει ίαση ή αν υπάρχει ο κίνδυνος υποτροπής. Δεν πρέπει να γίνεται ποτέ καυτηρίαση ή κατάψυξη. Οι συγκεκριμένες τεχνικές καταστρέφουν το επιφανειακό τμήμα του μελανώματος, οπότε καθίσταται αδύνατη η διάγνωση και η σταδιοποίηση. Επίσης αφήνουν ανέπαφα τα καρκινικά κύτταρα στα βαθύτερα στρώματα και έτσι μπορεί αργότερα να διασπαρούν σε άλλα σημεία του σώματος.
Σταδιοποίηση
ʼλλες εξετάσεις που συμβάλλουν στη σταδιοποίηση (διαδικασία που ακολουθείται για να αποκαλυφθεί ο βαθμός εξάπλωσης της νόσου εντός του δέρματος σε ποικίλο βάθος ή σε άλλα μέρη του σώματος. Οι πληροφορίες που συγκεντρώνονται κατά την διαδικασία της σταδιοποίησης καθορίζουν το στάδιο της νόσου. Το στάδιο επηρεάζει σημαντικά τον προγραμματισμό της θεραπείας):
- Ακτινογραφία θώρακος
- Αξονική τομογραφία θώρακος, κοιλίας, πυέλου
- Μαγνητική τομογραφία
Στάδια
Χρησιμοποιούνται διάφορα συστήματα σταδιοποίησης των μελανωμάτων του δέρματος. Το βάθος της διήθησης είναι ο καλύτερος προγνωστικός δείκτης όσον αφορά την έκβαση. Σύμφωνα με μία ταξινόμηση (κατά Clark), τα πρωτοπαθή μελανώματα χωρίζονται σε πέντε επίπεδα διήθησης, τα οποία ο παθολογοανατόμος προσδιορίζει εύκολα ανάλογα με το στοιχείο του δέρματος στο οποίο αυτή φτάνει:
- Στάδιο Ι (in situ): Το μελάνωμα βρίσκεται στη θέση της προέλευσής του, στη βασική μεμβράνη της επιδερμίδας στη χοριοεπιδερμική συμβολή, εκεί όπου συναντώνται οι εξωτερικές στιβάδες του δέρματος με τις εσωτερικές.
- Στάδιο ΙΙ: Επέκταση στο άνω τριτημόριο του χορίου, στη θηλώδη στιβάδα του χορίου.
- Στάδιο ΙΙΙ: Το μελάνωμα επεκτείνεται στο όριο μεταξύ θηλώδους και δικτυωτής στιβάδας του χορίου.
- Στάδιο ΙV: Διήθηση της δικτυωτής στιβάδας.
- Στάδιο V: Διήθηση των υποδόριων ιστών, όπως του λιπώδους ιστού.
Τα μελανώματα του σταδίου Ο σχεδόν πάντοτε είναι ιάσιμα με χειρουργική αφαίρεση της βλάβης. Τα μελανώματα των επιπέδων ΙΙΙ και IV υποτροπιάζουν στο 85% των περιπτώσεων. Τα μελανώματα του επιπέδου II υποτροπιάζουν σε ποσοστό 60% περίπου.
Σύμφωνα με ένα άλλο σύστημα ταξινόμησης (κατά Breslow), λαμβάνεται υπόψη το ακριβές βάθος διείσδυσης μετρούμενο στο μικροσκόπιο και το οποίο χρησιμοποιείται μαζί με το προηγούμενο σύστημα. Τα μελανώματα που έχουν πάχος μικρότερο των 0,75mm συνήθως θεωρούνται σε μεγάλο βαθμό ιάσιμα με χειρουργική επέμβαση μόνο, αν και σε μερικά με τέτοιες «λεπτές» βλάβες παρουσιάστηκε υποτροπή. Όγκοι πάχους 0.76mm έως 1.5mm θεωρούνται ότι έχουν προκαλέσει μέτρια διήθηση και έχουν χειρότερη πρόγνωση απ' ό,τι οι λεπτές βλάβες. Τα μελανώματα πάχους 1,6mm ή και μεγαλύτερου είναι πολύ βαθιά, ιδίως όσα έχουν πάχος πάνω από 4mm.
Αν και δεν υπάρχει ακριβής συσχέτιση ανάμεσα στις δύο ταξινομήσεις, μπορεί να επισημανθεί κάποια αλληλεξάρτηση ανάμεσα στα επίπεδα και το πάχος της διήθησης. Φρόνιμο είναι να θεωρείται ότι κάθε βλάβη με βάθος διείσδυσης μεγαλύτερο των 1,5mm μπορεί δυνητικά να υποτροπιάσει, επομένως είναι επικίνδυνη. Στις περιπτώσεις αυτές χρειάζεται συχνή επαφή με το χειρουργό ή τον ογκολόγο ώστε να διενεργούνται οι κατάλληλες εξετάσεις.
ʼλλο σημείο που υποδηλώνει φτωχή πρόγνωση, εκτός του προχωρημένου σταδίου, είναι η διήθηση των επιχώριων λεμφαδένων. Συνήθως οι λεμφαδένες αποτελούν ανοσολογικό φραγμό έναντι του όγκου. Όταν αυτοί διηθηθούν από τον όγκο, τα καρκινικά κύτταρα περνούν τελικά στο αίμα, απ' όπου μεταναστεύουν σε απομακρυσμένα όργανα. Τουλάχιστον στο 80% των ασθενών με προσβεβλημένους λεμφαδένες εκδηλώνεται υποτροπή του όγκου σε άλλο σημείο του σώματος. 'Aλλοι προγνωστικοί παράγοντες είναι η ύπαρξη αιμορραγίας ή εξέλκωσης αλλά και η γενικότερη κατάσταση της υγείας του ασθενούς.
Πρόγνωση
Η πρόγνωση της νόσου, δηλαδή η έκβασή της πορείας του ασθενούς, που μπορεί να καταλήγει σε ίαση ή όχι, καθορίζεται από διάφορους παράγοντες, οι κυριότεροι εκ των οποίων είναι:
- το στάδιο της νόσου,
- η ύπαρξη αιμορραγίας ή/ και εξέλκωσης της αρχικής εστίας,
- το μέγεθος και την εντόπιση του όγκου,
- η γενική κατάσταση της υγείας του ασθενούς.