Νέα
Ιατρικά Θέματα

«Ευχαριστώ τον Θεό για τον καρκίνο»

Περσεφόνη Μήττα, ένας όμορφος άνθρωπος...

«Λήθη του είναι».

Έτσι θέλησε ο Χάιντεργκερ να περιγράψει το 1936 την κρίση που μάστιζε την Ευρώπη και είναι η φράση που σύμφωνα με τον Κούντερα αντικατοπτρίζει καλύτερα από κάθε άλλη, τον περιορισμό στην ευρύτητα του πνεύματος.
 
Όταν προετοιμαζόμουν για τη συνέντευξη με την κυρία Περσεφόνη Μήττα, πρόεδρου του Συλλόγου Καρκινοπαθών, ήμουν προβληματισμένος. Είναι Χριστούγεννα και ο κουρασμένος και εγκλωβισμένος από τα τόσα δεινά Έλληνας, δεν θα ήθελε να μαυρίσει την ψυχή του διαβάζοντας για τον καρκίνο. Κι όμως…

Μετά το τέλος της συνέντευξης αυτής, αισθανόμουν μισό «κλικ» καλύτερος άνθρωπος, μόνο και μόνο από την 35λεπτη συνομιλία μας. Παρόλο που το 1936 μοιάζει τόσο κοντά με το 2012 και η «λήθη του είναι» κυρίευσε την κοινωνίας μας, υπάρχουν άνθρωποι που οχυρώνονται σε ένα άλλο μετερίζι, σιγοτραγουδώντας Γαλάνη… Για τη «σωτηρία της ψυχής»!


Πώς αποφασίσατε να ασχοληθείτε με το σύλλογο;
 
Δεν είμαι καλή, δεν θέλω να το παίξω κάποια, προς Θεού. Οι τρεις καρκίνοι που πέρασα ήταν η αιτία. Βρέθηκα στις ΗΠΑ γιατί στην Ελλάδα έκλεισαν όλες οι πόρτες των νοσοκομείων… Δεν με δέχονταν.

Είπαν στον μεγαλύτερο γιο μου που με συνόδευε -ο σύζυγός μου ήταν ένστολος και δεν μπορούσε να ήταν μαζί μου- πως η «μητέρα σου δεν έχει μέλλον, «της απομένουν τρεις μήνες ζωής». Δεν με βάζανε, καν, μέσα στα νοσοκομεία, ήταν σαν να του έλεγαν «παρ’ την σπίτι της να πεθάνει». Είχαμε οικονομική άνεση και έτσι έφυγα για τις ΗΠΑ, όπου ο γιατρός εκεί έδινε ποσοστό επιτυχίας 5%.

Είχαμε αργήσει πολύ και ο καρκίνος ήταν πολύ επιθετικός. Έκανα το χειρουργείο και στη συνέχεια μου έδωσε ένα πρωτόκολλο. «Πειραματικό είναι, δεν έχει δοκιμαστεί ακόμη σε ανθρώπους.

Γυρίστε στην Ελλάδα, βρείτε έναν γιατρό και θα επικοινωνώ εγώ μαζί του για να του δίνω οδηγίες», είπε ο γιατρός του γιου μου. Όταν το δείχναμε στους Έλληνες γιατρούς μας το «πετούσαν στα μούτρα».

Δεν ήθελαν να το κάνουν. Βρέθηκε τελικά ένας γιατρός στην Αθήνα και με ανέλαβε μαζί με την ομάδα του. Τότε είπα πως αν καταφέρω και σηκωθώ ξανά στα πόδια μου, θα κάνω ό,τι είπε ο Χριστός… «Τον πλησίον σου ως εαυτόν».

Και θα προσπαθήσω όσο ζήσω να το κάνω αυτό. Στην αρχή κάποιοι καρκινοπαθείς δεν με δέχονταν. Εκείνη την εποχή ήμουν η μόνη που μιλούσα ανοιχτά για το καρκίνο και δεν ήθελε κανείς να ακούσει τίποτε.


Για ποια εποχή μιλάμε;
 
Χριστούγεννα του 1987. Πρώτα καρκίνος της μήτρας, μετά καρκίνος στο πόδι… Τότε δεν ήταν εύκολο να μιλάς για τον καρκίνο. Μου είχαν κάνει μια συνέντευξη στο τηλεοπτικό κανάλι TV 100, αλλά μου είπαν πως δεν θα βγω «ζωντανά» στον «αέρα», θα το έκαναν βίντεο γιατί ήθελαν να ξέρουν εκ των προτέρων τι θα έλεγα. Ήταν κάτι σαν ταμπού ο καρκίνος τότε κι εγώ μιλούσα πολύ ανοιχτά για εκείνον.


Πώς ξεκίνησε ο Σύλλογος Καρκινοπαθών;
 
Στις ΗΠΑ βίωσα τι θα πει εθελοντισμός, ανθρώπους να με φροντίζουν. Δεν ξεχώριζαν εθνικότητα. Αφού σκεφτόμουν «τι είμαι εγώ, το καλομαθημένο παιδί του Θεού;». Ήταν πάντα εκεί για μένα.

Όταν επέστρεψα θέλησα να κάνω αυτό που έκανε και η δική μου εθελόντρια για μένα. Πήγα στο «Θεαγένειο» νοσοκομείο της Θεσσαλονίκης όπου και μου είπαν «όχι κυρία μου, δεν μπορείτε να το κάνετε αυτό. Κοιτάξτε να δώσετε αγάπη στον εαυτό σας».

Εγώ επέμενα, τα κατάφερα, ιδρύσαμε το σύλλογο και στη συνέχεια καταφέραμε να κάνουμε άλλους 20 συλλόγους στη χώρα και στη συνέχεια ιδρύσαμε την Ομοσπονδία Καρκινοπαθών Ελλάδας, που ανήκει στα «Άτομα με αναπηρίες» και στη συνέχεια κάναμε και τον Σύλλογο Καρκινοπαθών Ευρώπης.


Κι εσείς ήσασταν μπροστάρισσα σε όλο αυτό;
 
Απλά αφιερώνω το χρόνο μου. Είναι αυτό που αγαπώ. Ήθελα να δώσω αυτό που έδωσαν και σε εμένα. Μια αγκαλιά. Ενημέρωση. Πηγαίνω σε συνέδρια, μιλάω με γιατρούς, προσπαθώ να μιλάω με όσους πιο πολλούς ασθενείς γίνεται…

Υπάρχουν άνθρωποι που δεν έχουν λεφτά να πάνε στο εξωτερικό. Έχουμε 25 διαφορετικές ομάδες, όχι μόνο ψυχολογικής υποστήριξης, αλλά και φυσιοθεραπείας, θεάτρου, χορού, ζωγραφικής. Έχουμε βάλει περίπτερα σε 8 ογκολογικά τμήματα, εκεί που γίνεται η ακτινοθεραπεία και η χημειοθεραπεία.

Είναι κάθε πρωί μια εθελόντρια εκεί και προσφέρει καφέ, τσάι, ένα κουλουράκι στους ασθενείς που πηγαίνουν εκεί από το πρωί… Κάποιοι έρχονται από μακριά, δεν τρώνε το πρωί για να δώσουν αίμα. Αυτά τα προσφέρουμε δωρεάν. Όλο αυτό με γεμίζει. Δεν δίνω, παίρνω πιο πολλά.


Πώς ήταν η ζωή σας πριν από τον καρκίνο;
 
Μεγάλωσα σε μια προσφυγική οικογένεια, που ήρθε από την Κωνσταντινούπολη. Η μαμά μας, μας έμαθε πως προτεραιότητα έχει η οικογένεια. «Ο άνδρας να βασιλεύει και η γυναίκα να κυβερνά». Το πρωτεύον ήταν να τιμάμε τον σύζυγο.

Το όνειρό μου από μικρή ήταν να σπουδάσω, αλλά τότε προτεραιότητα είχαν τα αγόρια. Ήμασταν 7 αδέρφια. Παντρεύτηκα, έγινα μητέρα και κάποια στιγμή προσπάθησα να κάνω το όνειρό μου πραγματικότητα. Φοίτησα σε κάποιες σχολές που ήθελα, μεγαλώνοντας παράλληλα τα παιδιά μου. Στην αρχή σχεδιάστρια γυναικείου ρούχου, μετά ασχολήθηκα με τη διακόσμηση.

Όσο μου επέτρεπε ο χρόνος μου, γιατί δεν είχα και άφθονο. Είχα φτιάξει το εργαστήριό μου, είχα ολοκληρώσει τα πρώτα μου σχέδια και ήμουν έτοιμη να παρουσιάσω τις δημιουργίες μου, που ήταν όμορφες και εμπνευσμένες, όταν ήρθε ο καρκίνος. Δεν πρόλαβα. Είναι κάτι που δεν περιμένεις.

Έρχεται απρόσμενα. Βέβαια, μετά από χρόνια λέω «δόξα τον Θεό που ήρθε ο καρκίνος». Αυτό που κάνω δεν το αλλάζω με τίποτα.


Όταν μάθατε για τον καρκίνο, ποια ήταν η αντίδρασή σας;
 
Τα παιδιά μου, μου το κρύβανε. Ήμουν στο «Παπανικολάου» και πονούσε το πόδι μου. Να συμπληρώσω πως από μικρό παιδί έτρεχα μαραθώνιο και ο σύζυγός μου, μου επέτρεπε να συνεχίσω και μετά το γάμο.

Ο αθλητισμός με βόηθησε για να ανταποκριθεί το σώμα μου στα δύσκολα. Έτσι, βρέθηκα στο νοσοκομείο, με φρικτούς πόνους στο γόνατό μου. Κάποια στιγμή αντιλήφθηκα πως ο γιος μου μιλούσε κρυφά με τους γιατρούς, κάτι που δεν μου άρεσε. Του είπα, «άκου να σου πω, το σώμα είναι δικό μου, εγώ το «κουβαλώ». Ελάτε μαζί μου, αλλά εγώ θα είμαι μπροστά».

Όταν άκουσα από το στόμα του γιατρού «έχεις καρκίνο, το πόδι θα το κόψουμε και από εκεί και πέρα δεν ξέρουμε τίποτα», ήταν σαν βόμβα. Αυτή η βόμβα, δεν θα μπορούσε όμως να γκρεμίσει το βράχο. Κρατήθηκα με το κεφάλι ψηλά. Με πήραν τα παιδιά μου με το καροτσάκι, με πήγαν στο δωμάτιό μου, ξάπλωσα…

Από το παράθυρο του νοσοκομείου «Παπανικολάου» έβλεπα ένα βουνό. Αφού έκλαψα, αφού φώναξα, είπα «εγώ θα ανέβω σε αυτό το βουνό και θα ανέβω ακόμη και αν μου κόψουν το πόδι». Μετά την απογοήτευση και τα κλάματα, το είχα πάρει απόφαση.

Βέβαια, πέρασα κι άλλες δύσκολες στιγμές… Ο πόνος, η φθορά, οι μεταπτώσεις. Έζησα πολλές φορές αυτές τις «ανακαινίσεις», αλλά δεν το έβαλα κάτω. Άρχισα να μιλάω για τον καρκίνο ανοιχτά και τότε πολλοί άνθρωποι απομακρύνταν ή μου έλεγαν «γιατί μιλάς για τέτοια πράγματα;».

Κάποιος μάλιστα, μετά από εκείνη τη συνέντευξη που είχα δώσει στη δημοτική τηλεόραση Θεσσαλονίκης, μου είχε πει «πως θα παντρέψεις τα παιδιά σου;» και αυτό με στεναχώρησε πολύ. Υπήρχε μεγάλη προκατάληψη τότε.

Είχα ρωτήσει βέβαια τον γιατρό μου στις ΗΠΑ, αν έφταιξα εγώ για τον καρκίνο, αν ήταν κάτι οικογενειακό, αλλά με είχε διαβεβαιώσει πως τα παιδιά μου θα ήταν μια χαρά. Μάλιστα, ο γιος μου έγινε γιατρός και παντρεύτηκε συνάδελφό του.


Η καθημερινότητά σας, να βρίσκεστε ανάμεσα σε ασθενείς, ανθρώπους που ψάχνουν από μια ελπίδα να πιαστούν, σε νοσοκομεία, πόσο δύσκολη είναι;

 
Είναι κάτι πολύ εύκολο. Δεν θα ήθελα να πάω σε κάποιο θέατρο, ούτε διακοπές το καλοκαίρι, δεν πηγαίνω επισκέψεις σε φιλικές οικογένειες. Τα έχω κόψει όλα. Η ζωή μου είναι ο ασθενής. Δεν το αλλάζω με τίποτε. Παίρνω δύναμη, «πετάω». Ανά πάσα στιγμή μπορώ να τρέξω σε έναν ασθενή που θα μου πει «σε χρειάζομαι».

Δεν το κάνω για να το παίξω καλή. Μου αρέσει και το κάνω. Είμαι εθελόντρια. Δεν έχω δεχθεί να με πληρώσει κανείς. Ούτε καφέ δεν δέχομαι να μου προσφέρουν. Όταν ανοίξαμε το σύλλογο, κάποιοι θυμώνανε. «Κάνουμε συμβούλιο και δεν έχουμε ένα μπουκαλάκι νερό και ένα καφέ», μου έλεγαν.

Και τους είχα πει, «παιδιά αν θέλετε τέτοιο σύλλογο, εγώ αποχωρώ. Το νερό σας να το παίρνετε από το σπίτι. Τα χρήματα θα πηγαίνουν εκεί που υπάρχει ανάγκη». Και μέχρι σήμερα είναι έτσι, αυτοί που συμμετέχουν στην προσπάθεια ξέρουν πως δεν πρέπει να ζητήσουν τίποτε από εμένα. Με τιμούν βέβαια και με εκλέγουν πρόεδρο.

Και φτάσαμε να έχουμε 300 εθελοντές. Δεν είμαι «εγώ», είμαστε «εμείς». Και οι εθελοντές είναι φυσιοθεραπευτές, δάσκαλοι χορού, 55 εθελόντριες που πηγαίνουν στα νοσοκομεία. Φέτος, μάλιστα καταφέραμε να ευχαριστήσουμε τους χορηγούς, τους δωρητές, τους εθελοντές, με ένα φυλλάδιο.


Έχετε ζήσει πολλές φορές αυτό που περιγράφεται ως «θαύμα»…
 
Μέσα μου είχα πάντα την αμφιβολία. Ο αμερικανός γιατρός μου, μου έλεγε: «θα μάθεις να ζεις με τον πόνο. Δεν θα κάνεις πολλά χειρουργεία γιατί υπάρχει κίνδυνος να χάσεις όλο σου το πόδι. Θα έχεις εικονικό». Ο πόνος ήταν αφόρητος.

Όταν κάποια στιγμή ζήτησα να πάω ξανά στις ΗΠΑ και να κάνω και άλλο χειρουργείο, ο γιατρός με δέχθηκε. Πηγαίνουμε με την προοπτική να κάνουμε ό,τι θέλει ο γιατρός μου, αλλά εντελώς ξαφνικά, «έφυγε». Με αναλαμβάνει ο βοηθός του, που ήταν εντελώς διαφορετικός χαρακτήρας.

Πολύ ενθουσιώδης, κάτι που δεν είχα συνηθίσει. Όταν τον άκουγα να μου μιλάει έκανα δεύτερες σκέψεις, αφού ο προηγούμενος από εκείνον ήταν εναντίον των χειρουργείων και αυτός είναι υπέρ. Του ζήτησα συγνώμη, του είπα πως είμαι ταραγμένη και του ζήτησα χρόνο για να το σκεφτώ ξανά.

Ψυχολογικά δεν ένιωθα καθόλου καλά. Ο άνδρας μου θέλησε να πάμε στη Ρόδο, για να με ηρεμήσει. Εκεί λοιπόν, με το που φτάνουμε, ένα αυτοκίνητο τον χτυπάει και ο άνδρας μου μένει «φυτό». Αφού δεν με δέχονταν σε άλλα νοσοκομεία, τον βάλαμε στην εντατική του νοσοκομείου της Νίκαιας.

Επί τρεις μήνες καθόμουν σε ένα πάτωμα έξω από την εντατική και περίμενα πότε θα ανοίξει η πόρτα, για να σηκώσω το βλέμμα μου και να δω… Κουνάει μήπως το χέρι του; Το πόδι; Ήμουν εκεί νύχτα μέρα, γιατί και εκείνος έκανε το ίδιο για μένα.

Τελικά, μετά από τρεις μήνες, μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο «Παπανικολάου». Πήγα στο εκκλησάκι να ευχαριστήσω τον Θεό για το «δώρο» του και εκεί σκέφτομαι… «Τρεις μήνες, που πήγε ο πόνος του ποδιού μου»; Δεν πήγα τελικά ποτέ ΗΠΑ.


Ο άνδρας σας συνήλθε;
 
Ναι. Αυτό αποδεικνύει πως στη ζωή πρέπει να πιστεύουμε και να παλεύουμε. Δεν πρέπει να γκρινιάζουμε και να απογοητευόμαστε, όλα αυτά φθείρουν τον οργανισμό μας. Η ψυχολογία παίζει πολύ σημαντικό ρόλο.

Το κράτος δυστυχώς δεν έχει τέτοια υποδομή που να μπορεί να βοηθήσει τους ασθενείς. Δεν έχει ψυχολόγους, φυσιοθεραπευτές, ακόμη και σεξολόγους. Υπάρχουν παιδάκια που έχουν καρκίνο. Γυναικολογικά τα κοριτσάκια, στους όρχεις αγόρια…

Πρέπει να υπάρχουν ειδικοί για να ενημερώνουν και να συμβουλεύουν αυτά τα παιδιά.

 
Υπήρξε κάποια στιγμή που είπατε «τα παρατάω»;
 
Όχι, ποτέ. Το μόνο που σκέφτομαι είναι πως όταν κάποια στιγμή «φύγω» να αφήσω πίσω μου κάτι πολύ καλό. Δεν θέλω να ρημάξουν. Ο εθελοντισμός δεν ανθεί στην Ελλάδα. Εγώ αφιέρωσα όλο το χρόνο μου και σε αυτό με βοήθησε και ο σύζυγός μου.

Παίρνω δύναμη από αυτό που κάνω και νιώθω ικανοποιημένη. Τα παιδιά μου σεβάστηκαν την επιθυμία μου και ακόμη και οι συγγενείς μου που δεν βλέπω ξέρουν τι κάνω. Είναι σαν να προσφέρουμε όλοι μαζί, με αυτήν την κατανόηση που δείχνουν.

Τα εγγόνια μου τα παρασύρω… Τα παίρνω κάποιες φορές και δίνουν τα παιχνίδια τους σε παιδάκια ασθενείς. Τους λέω «ελάτε να δώσετε χαρά και να πάρετε χαρά».


Έχετε σκεφτεί πως θα ήταν η ζωή σας αν δεν είχατε επιλέξει αυτό το «δρόμο»;
 
Δεν θα είχα τόσο γεμάτη ψύχη, όσο επιτυχημένη καριέρα και να έκανα, όσα χρήματα και αν έβγαζα. Είμαι ευχαριστημένη. Μπορεί να κοιμάμαι και 4 ώρες το 24ωρο, παρότι έχω ένα πόδι. Βέβαια έχω φτάσει και σε μια ηλικία, έχω και φυσιολογική φθορά. Δεν πονάω και μάλιστα, μετά τον καρκίνο, δεν αρρώστησα ποτέ.

Όταν η ψυχή είναι γεμάτη, δεν σε κουράζει τίποτε. Δεν το κάνω για να δείξω κάτι, θέλω να παρασύρω κόσμο να δοκιμάσει τον εθελοντισμό, γιατί είμαι σίγουρη πως θα νιώσει «γεμάτος».

Προσπαθώ να επηρεάσω ακόμη και γονείς που έχουν χάσει παιδιά από καρκίνο, κάτι που δεν είναι εύκολο για ένα γονιό. Στην πορεία όμως παίρνει πράγματα στην ψυχή του, γιατί προσφέρει σε άλλα παιδάκια.


Ποια είναι η ιστορία που σας έχει στιγματίσει;
 
Μια οικογένεια με 5 παιδιά, όταν έμαθε πως το κοριτσάκι τους έχει καρκίνο το εγκατέλειψαν στο νοσοκομείο. Ο γιατρός με ρώτησε αν μπορώ να το πάρω στο σπίτι μου. Φυσικά και το πήρα. Ήταν 11 χρονών και είχε καρκίνο στο πόδι, όπως εγώ.

Σκέφτηκα να το πάω στις ΗΠΑ. Είχα πολλά προβλήματα. Πήγα να πάρω το φάκελο της, δεν μου το έδιναν. Δεν ήμουν η μητέρα. Πήγα για βίζα και είχα το ίδιο πρόβλημα. Πάλι καλά που ο εισαγγελέας, ο κύριος Γκόγκος, υπέγραψε αυτός, αντί για τη μητέρα. Στο προξενείο είχα επίσης μια φίλη που με βοήθησε.

Ο γιος μου τότε άνοιγε το οδοντιατρείο του. Για να βρω τα χρήματα, χρειάστηκε να ζητήσω δάνειο από την εταιρεία ιατρικών μηχανημάτων, που είχε αγοράσει τον εξοπλισμό ο γιος μου. Τελικά φύγαμε ΗΠΑ και όλα πήγαν καλά.

Στην επιστροφή το κορίτσι αυτό μου είπε πως θέλει να μου διαβάσει ένα ποίημα που έγραψε για μένα. Ακόμη το θυμάμαι… «Υγρά τα μάτια, καρδιά κομμάτια, ζέστη και κρύο, αρρώστια αντίο». Πες μου ειλικρινά, πόση χαρά μπορείς να πάρεις από αυτό;


Και τι έγινε τελικά με το κοριτσάκι; Ποια ήταν η τύχη του μετά;
 
Της έδινα το επίδομα της αναπηρίας που έπαιρνα. Της είχα ανοίξει ένα λογαριασμό και της είπα πως με τα χρήματα αυτά θα ξεπληρώσουμε το δάνειο που πήραμε και τα έξοδα νοσηλείας στις ΗΠΑ.

Την έστειλα και σε μια σχολή κομμωτικής, γιατί ήθελε να γίνει κομμώτρια, δεν μας πήραν χρήματα για τα δίδακτρα. Η αλήθεια είναι πως ήθελα να μεγαλώσει σωστά και της είπα ένα μικρό ψέμα. Το επίδομα το έβαζα σε δικό της λογαριασμό και εγώ μαζί με φίλους μαζεύαμε τα χρήματα για να αποπληρώσουμε το δάνειο.

Όταν έφτασα στα μισά του χρέους, χρειάστηκε να πάω στις ΗΠΑ για το δικό μου πρόβλημα. Τα χρέη της μικρής ήταν στο όνομά μου και τότε τους εξήγησα τι είχε συμβεί με τη μικρή. Οι γιατροί μου είπαν «αφού το παιδί δεν ήταν δικό σας, γιατί δεν μας το είπατε να μην σας πάρουμε καθόλου χρήματα;».

Και έτσι μου χάρισαν το υπόλοιπο ποσό. Από εκεί και πέρα, με τα χρήματα που υπήρχαν στο λογαριασμό της μικρής, όταν παντρεύτηκε ένα πολύ καλό παιδί, έχτισαν το σπίτι τους. Έκαναν τρία παιδάκια. Όταν με κάλεσαν για τα θεμέλια του σπιτιού, στην ουσία είχαν προχωρήσει πολύ το σπίτι.

Μου έδειξε όλους τους χώρους και στο τέλος μου είπε: «Αυτό το δωμάτιο είναι για σένα και τον κύριο Βασίλη. Αν τα παιδιά σας παντρευτούν και είναι κάπου μακριά, να ξέρεις πως έχετε ένα δικό σας δωμάτιο».


Πώς μπορεί να μάθει όμως κάποιος να δίνει; Πρέπει να του συμβεί κάτι οδυνηρό;
 
Η αξία του εθελοντισμού είναι μεγάλη. Εμπόδια θα βρίσκεις συνεχώς μπροστά σου, αλλά με κάποιο τρόπο τα ξεπερνάς. Θυμάμαι όταν ήμουν 7 χρόνων στο σπίτι, ένα βράδυ άκουσα μουρμουρητά. Ήταν έξω από το σπίτι η μαμά μου και ο μπαμπάς μου, με ένα τσουβάλι φορτωμένο στην πλάτη.

Και την ακούω να του λέει: «Γιάννη, το βάζεις έξω από την πόρτα και εξαφανίζεσαι». Όταν άκουσα «εξαφανίζεσαι», εγώ το παρεξήγησα. Την επομένη, είπα στη μητέρα μου, «τι είναι αυτά που είπες στον μπαμπά;» και μου απάντησε «να μην ανακατεύεσαι, όταν μεγαλώσεις θα μάθεις». Εγώ επέμενα και τότε η μητέρα μου, μου εξήγησε.

Ο άνδρας της γειτόνισσας είχε πεθάνει και είχε μείνει μόνη της με δύο παιδάκια. Και της αφήναμε ό,τι μπορούσαμε. Απλά δεν ήθελε η μητέρα μου να δει ποιος της τα αφήνει για να μην νιώθει υποχρεωμένη.

Αυτά τα μαθήματα τα δίνει η οικογένεια στο παιδί, ο δάσκαλος στο μαθητή.


BeStrong.org.gr - 06.12.14